20.06.2013.Ώρα
οκτώ το πρωί. Μια νεαρή μητέρα κάθεται με την κόρη της, στις μεταλλικές
καρέκλες του αεροδρομίου Μακεδονία, περιμένοντας την πτήση τους για Γερμανία.
Οι προσπάθειες της μητέρας τους τελευταίους μήνες για επιβίωση, πάμπολλες και
άκαρπες. Ο τόπος αυτός αποδείχτηκε αφιλόξενος για την αξιοπρέπεια τους. Η
επιλογή της φυγής προβάλλεται σαν καταναγκαστικός μονόδρομος, όπως και τόσων άλλων που
φεύγουν καθημερινά ντυμένοι με τον μανδύα της εθελοντικής απόφασης.
Σε λίγο θα αφήσουν
φίλους και αναμνήσεις για ένα άγνωστο μέλλον. Άγνωστο και το αν θα υπάρξει
κάποια στιγμή επιστροφή. Όλη η περιουσία που κατάφεραν να πάρουν μαζί τους,
στοιβαγμένη μέσα σε δύο βαλίτσες. Η μητέρα είναι γύρω στα τριάντα και η
κόρη της δέκα. Η μητέρα έχει μαύρα ίσια μαλλιά που φτάνουν μέχρι τους
ώμους και πράσινα μάτια γεμάτα με δίψα για ζωή. Στις παλάμες της
τρίβει αμήχανα τα δύο εισιτήρια. Το βλέμμα της κοιτάζει το άπειρο. Μια
παρανοϊκή σκέψη εισβάλει μέσα στο μυαλό της. Να σηκωθεί πάνω όρθια, να σκίσει με
μια αποφασιστική κίνηση τα δύο εισιτήρια και να πει στην κόρη της πως το ταξίδι
ακυρώνεται. «Μετά όμως τι θα επακολουθήσει;» συλλογίζεται. Ποιο το μέλλον τους
εδώ πέρα; Η πλειοψηφία των κατοίκων αυτής της πόλης επιβιώνει χάρη στους
καρπούς των προηγούμενων δεκαετιών και στην βοήθεια της οικογένειας. Καμία από
τις δύο αυτές βοήθειες όμως δεν είναι για αυτές διαθέσιμη τώρα. Συγκρατιέται
για να μην κυλήσουν δάκρυα από τα μάτια της.Αν ήταν μόνη δεν θα νοιαζόταν
καθόλου για τα δάκρυα αλλά πρέπει να δείξει δυνατή και ψύχραιμη για να μην
διαταράξει τον παιδικό κόσμο της κόρης της που βρίσκεται δίπλα.
Οι φίλοι κοντά
τους, μέχρι την τελευταία στιγμή. Συμπαραστέκονται, δίνουν κουράγιο, αλλά
μέχρι εκεί. Δεν μπορούν να κάνουν κάτι για να τις κρατήσουν εδώ.
Ήρθε η ώρα να
περάσουν την πύλη ελέγχου. Ακούγεται η φωνή της μητέρας. «Μαρία σήκω».
Στέκονται όρθιες. Κάθε δευτερόλεπτο περνάει βασανιστικά. Οι φίλοι τις
αποχαιρετούν.«Να μας στέλνετε κανένα mail να μαθαίνουμε τα νέα σας» ξεστομίζει
κάποιος.
Τις παρατηρούν
καθώς απομακρύνονται και οι φιγούρες τους γίνονται όλο και μικρότερες.
Περιμένεις ότι κάποιος από αυτούς θέλοντας να σταματήσει όλο αυτό το παράλογο
σκηνικό, την τελευταία στιγμή θα ξεκλειδώσει την πιο δυνατή φωνή του
ουρλιάζοντας « Σταματήστε! Μη φεύγετε που να πάρει η οργή! Μη φεύγετε !Βρήκα
μια λύση». Συνεχίζουν όμως να κοιτάνε ανήμποροι. Η παρέα μπαίνει στο αυτοκίνητο
και φεύγει. Την ώρα που είναι στον περιφερειακό αναγνωρίζουν στον ουρανό το
αεροπλάνο τους που ίπταται. Χτυπάει το τηλέφωνο κάποιου. «Που είσαι ρε φίλε θα
πάμε για κανένα καφέ το μεσημέρι;» ακούγεται από το ακουστικό. «Ναι, ναι, μέσα»
απαντάει αυτός. Θα συνεχίσουν την καθημερινότητα τους στους γνωστούς ρυθμούς.
Ανήκουν στην κατηγορία των όντων που μπορούν να μείνουν ακόμη σε αυτό το
κομμάτι του πλανήτη.
20.8.2013.Ανατράπηκαν
τα πάντα! Η μητέρα με την κόρη της είναι στο ίδιο αεροδρόμιο μετά από δύο
μήνες. Ο μουντός βοράς τις πίεζε σαν άγριο θηρίο που καταπλάκωνε το σώμα τους.
Δεν το άντεξαν. Μυρίζει ακόμη καλοκαίρι και είναι και πάλι εδώ για να παλέψουν και
με τον τελευταίο μυ του σώματος για την παραμονή τους. Θα ρισκάρουν τα πάντα
και όπου της βγάλει…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου