Δευτέρα 4 Δεκεμβρίου 2017

Ψυχαγωγία με καλούπια η άνευ;

 Ο Αλέξης έχει μια εμφάνιση νέου ανθρώπου μη αξιοπερίεργη αλλά η καθημερινότητα του θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί σε σχολές που θα δίδασκαν την επανάσταση κόντρα στις νόρμες ενός κλισέ τρόπου ζωής. Λιγομίλητος χωρίς να προσπαθεί να εντυπωσιάσει αλλά αφήνοντας στους άλλους πάντα την αίσθηση ότι ξέρει πολύ περισσότερα από όσα λέει. Καταπιάνεται τόσο συχνά με ιδιότυπους τρόπους ύπαρξης που αναρωτιέσαι για το που σταματάει η διαφορετικότητα και που αρχίζει η παράνοια. Θα σας μιλήσω για την τελευταία του συνήθεια που έχει να κάνει με τα αεροδρόμια μήπως βγάλετε και εσείς κάποιο συμπέρασμα.

   Oρισμένες φορές που νιώθει τα πάντα γύρω του να τον σφίγγουν σαν σαγόνια κροκόδειλου, κατευθύνεται προς το αεροδρόμιο Μακεδονία. Ένα σταυροδρόμι πολιτισμών όπως αναφέρει όπου προσφέρεται για εναλλακτική θέαση και τουρισμό αναμνήσεων. Άνθρωποι γυρνάνε πίσω στον τόπο τους φορτωμένοι εικόνες. Φίλοι αποχαιρετιούνται με υγρά μάτια και έναν υποβόσκων αναστεναγμό. Συγγενείς καλωσορίζουν τους δικούς τους με ευφρόσυνες φωνές, αγκαλιές και συναισθήματα που ξυπνάνε από λήθαργο. Ξένοι έτοιμοι να γευτούν την περιπέτεια μέσα από αυτό που εμείς θεωρούμε ρουτίνα.

   Και κάπου στην μέση αυτός, με ένα σακίδιο στους ώμους να φιγουράρει σαν χειραποσκευή και με την παρουσία του να φαντάζει σαν μέρος της σκηνής χωρίς να διακρίνεται ότι είναι απλά ένας θεατής. Συλλέγει εικόνες,λόγια και οραματίζεται σκηνές από εκδρομές που τελείωσαν και ξεκίνησαν εδώ.

   Όταν μαζέψει αρκετά από αυτά, αναμιγνύεται με το πλήθος και μπαίνει στο λεωφορείο της επιστροφής. Ποζάρει στους τουρίστες που τον κοιτούν σαν ένα από τα πρώτα αντιπροσωπευτικά δείγματα του νέου τόπου. Παρατηρεί τις αεροσυνοδούς με τις ολόλαμπρες στολές τους που κάθονται λίγα καθίσματα παραπλεύρως προσπαθώντας να αφουγκραστεί την προσμονή για το σπίτι τους. Mια προσμονή που την υιοθετεί και αυτός κατασκευάζοντας μια ψευδαίσθηση ότι γύρισε από τόπο μακρινό. Μετά από αυτήν την ιδιότροπη βόλτα λοιπόν καταφέρνει και δημιουργεί μια ανανέωση μέσα του, με έναν πρωτόγνωρο τρόπο.

   Ο Τολστόι στο «Πόλεμος και ειρήνη» είχε αναφερθεί σε μια ιστορία όπου δύο ξιφομάχοι μονομαχούσαν για ώρα και όταν ένας από τους δύο τραυματισμένος κατάλαβε ότι απειλείται η ζωή του, άρπαξε μια μαγκούρα και άρχισε να την στριφογυρίζει. Κάτι τέτοιο ήταν ενάντια στους κανόνες αλλά του χάρισε την ζωή.

   Έτσι και ο Αλέξης, όταν δεν του αρκούν η δεν μπορεί να χρησιμοποιήσει τους κλασικούς κανόνες lifestyle για να πολεμήσει την δυστυχία και την ανία, ανακαλύπτει και δημιουργεί την δικιά του μαγκούρα που τον βοηθάει να παίρνει καθημερινές νίκες απέναντι σε έναν ισόβιο πόλεμο με αυτές.

   Οι ιδέες του Αλέξη όπως είπα σε κάνουν να αναρωτιέσαι για την σχέση που μπορεί να έχουν με την λογική. Από την άλλη όμως τίθεται το ερώτημα για το πόσο ευφυές είναι να συνεχίζουμε να καταφεύγουμε σε συγκεκριμένους τυποποιημένους τρόπους για να περάσουμε τον ελεύθερο χρόνο μας επειδή έτυχε να γεννηθούμε σε ένα μέρος όπου όλοι κάνουν το ίδιο, η απλά γιατί αυτό προτάσσει η εποχή μας. Πότε ήταν η τελευταία φορά αλήθεια που αποφάσισες να ψυχαγωγηθείς χωρίς να λειτουργήσεις στα πλαίσια του αποχαυνωμένου μιμητισμού από την ανθρώπινη μάζα που σε περιβάλλει;


Κ.Igano


*To όνομα έχει αλλαχθεί. 

Δημοσιεύτηκε αρχικά στην σελίδα της lifo εδώ



Κυριακή 7 Μαΐου 2017

Μια διαφορετική παράσταση στον δρόμο της Εγνατίας


Κάθομαι τώρα μπροστά στον υπολογιστή και συλλογίζομαι για το αν αυτό που παρακολούθησα λίγες ημέρες πριν, ήταν γυρίσματα από κάποια σκηνοθετημένη παράσταση. Πώς όμως μπορεί να συνέβη κάτι τέτοιο, αφού συνέβαλα και εγώ προσωπικά στο φαντασμαγορικό φινάλε; Όχι, δεν πρέπει να μείνει αυτή η ιστορία κρυφή. Όχι, δεν πρέπει. Θα σας τα διηγηθώ όλα.
Ήταν μία η ώρα το μεσημέρι στο κέντρο της πόλης, στην οδό Εγνατία. Μαζί με τον υπόλοιπο κόσμο που περίμενε στην στάση, κοιτούσαμε τα εκατοντάδες οχήματα που παρέλαυναν στο οδόστρωμα και  στέλνανε με περισσή γενναιοδωρία τις καρκινογόνες εκπνοές τους στα πνευμόνια μας. Πίσω μας μια ασταμάτητη ροή ενός ανθρώπινου ποταμιού.
Ένας ζητιάνος  έκανε την εμφάνιση του επαιτώντας χρήματα και προσοχή. Μούσι απεριποίητο, μαλλιά άπλυτα και ατημέλητα σαν βρώμικη φλοκάτη και ρούχα σκονισμένα και λιγδιασμένα.
Την  στιγμή εκείνη ένα πολυτελές κάμπριο αυτοκίνητο σταμάτησε στο ύψος της στάσης και ο οδηγός του βγήκε έξω αδιαφορώντας για τα κορναρίσματα. Ηλικία γύρω στα 60, με γκρίζα αραιά, ημίμακρα, περιποιημένα μαλλιά και φρεσκοξυρισμένα μάγουλα. Φορούσε κουστούμι πεντακάθαρο και σιδερωμένο λες και το παρέλαβε από το καθαριστήριο πριν λίγα λεπτά. Πήγε στο περίπτερο, αγόρασε ένα πακέτο τσιγάρα και κινήθηκε για να φύγει.
Ο ζητιάνος του έκλεισε τον δρόμο. «Σας παρακαλώ κύριε δώστε μου κάτι» του είπε με φωνή αρκετά δυνατή που τράβηξε την προσοχή όλων των παρευρισκομένων. «Φύγε από μπροστά μου, ρε!» ξεστόμισε ο γκριζομάλλης με το βλέμμα του να φανερώνει αηδία και μίσος ταυτόχρονα. « Σας παρακαλώ κύριε» συνέχισε να φωνάζει ο επαίτης. « Φύγε από εδώ, ρε ζώον!» αναφώνησε ξανά ο κουστουμαρισμένος άντρας με το πρόσωπο του να έχει κοκκινίσει  Ο ζητιάνος συνέχισε πάλι το ίδιο τροπάριο. «Έχεις μυαλό όσο και ένα λάχανο» ξεστόμισε ο γκριζομάλλης άντρας και έφτυσε προς τον ζητιάνο. Το ανθρώπινο ποτάμι που κινούνταν πάνω στο πεζοδρόμιο είχε παγώσει και παρακολουθούσε αποχαυνωμένο σαν να εξελισσόταν μια ταινία που δεν μπορούσε να αλλάξει η τροπή της. Ο ζητιάνος αφού σκουπίστηκε λίγο με τα βρώμικα μανίκια του, αναφώνησε «Εσείς όμως δεν θα μπορούσατε να είστε ούτε λάχανο, γιατί ακόμη και τα λάχανα έχουν καρδιά».
Ακουστήκανε κάποια γέλια και εγώ ασυναίσθητα άρχισα να χειροκροτώ. Δεν μπορούσα να σταματήσω να χτυπάω τις παλάμες μου. Σαν να με καθοδηγούσε μια άγνωστη δύναμη. Ο γκριζομάλης άντρας γύρισε και με κοίταξε άγρια. Άγρια ξεκίνησε να δονείται και η καρδιά μου μέχρι που μια νεαρή κοπέλα δίπλα μου άρχισε να χειροκροτεί και αυτή. Όλος ο κόσμος μετά ξεκίνησε να χειροκροτεί και αυτός αδιάκοπα. Ο  ζητιάνος έκανε υπόκλιση στο νεοαποκτηθέν κοινό του. Ο γκριζομάλλης κύριος έσκυψε το κεφάλι του και μπήκε μέσα στο αυτοκίνητο, ενώ ο ζητιάνος δεχόταν χρήματα από ορισμένους καθώς και μερικά διάσπαρτα μπράβο.
Σκέφτομαι τώρα πάλι τον οδηγό του πολυτελούς αυτοκινήτου και προσπαθώ να οραματιστώ αν ανέφερε  στην οικογένεια του για αυτό το συμβάν. Μάλλον θα το κράτησε μυστικό. Ο ζητιάνος έχει φίλους άραγε για να διηγηθεί μια από τις πιο δοξασμένες στιγμές της ζωής του;
Για αυτό σας είπα ότι πρέπει να σας πω αυτή την ιστορία. Είναι σπάνιες οι ιστορίες που έχουν για ήρωες ζητιάνους και δεν πρέπει να μένουνε μυστικές.

*H ιστορία είναι βασισμένη σε κάποια πραγματικά  γεγονότα. To κείμενο δημοσιεύτηκε αρχικά στο site της parallaxi εδώ